Αλμπάνης Γιάννης
Πολιτισμός δεν είναι μόνο ένας τρόπος συλλογικής οργάνωσης της ζωής, στη βάση κοινών κανόνων, αξιών, πεποιθήσεων, οικονομικού πλαισίου. Είναι επίσης ένας τρόπος ενσωμάτωσης του θανάτου σε αυτή τη συλλογική οργάνωση. Το καταλυτικό γεγονός του τέλους της ζωής βιώνεται συλλογικά, μέσα από μια διαδικασία εθίμων. Το από κοινού βίωμα καταπραΰνει ως ένα βαθμό τον πόνο και διευκολύνει το να ξεπεραστεί κάποια στιγμή το πένθος. Πολιτισμός είναι το «εμείς» στη ζωή και το θάνατο. Η επιδημία Αυτήν την κοινωνική/πολιτισμική διάσταση του θανάτου μοιάζει να αναιρεί η πανδημία του κορωνοϊού. Έτσι κι αλλιώς, όταν πολλαπλασιάζονται οι ταυτόχρονοι θάνατοι σε μια κοινωνία, το γεγονός της απώλειας της ζωής φαίνεται να χάνει τρόπον τινά τον καταλυτικό και «μοναδικό» χαρακτήρα του. Προφανώς για τους οικείους του θανόντα δεν αλλάζει κάτι σε ό,τι αφορά τη σημασία του γεγονότος. Όταν όμως στο Μπέργκαμο οι αναγγελίες θανάτου από μία σελίδα στην εφημερίδα γίνονται τριάντα, για το κοινωνικό σύνολο αλλάζει η αξιολόγηση του καθενός από αυτούς τους θανάτους. Το προφανές είναι ότι μέσα στον τρόμο των χιλιάδων θανάτων, καθένας θάνατος ξεχωριστά προκαλεί μικρότερη αίσθηση. Ας σκεφτούμε μόνο ότι υπό κανονικές συνθήκες ένα θανατηφόρο τροχαίο μπορεί να είναι είδηση. Τώρα έχουμε επιδοθεί στην καταμέτρηση της φρίκη.
Πολιτισμός δεν είναι μόνο ένας τρόπος συλλογικής οργάνωσης της ζωής, στη βάση κοινών κανόνων, αξιών, πεποιθήσεων, οικονομικού πλαισίου. Είναι επίσης ένας τρόπος ενσωμάτωσης του θανάτου σε αυτή τη συλλογική οργάνωση. Το καταλυτικό γεγονός του τέλους της ζωής βιώνεται συλλογικά, μέσα από μια διαδικασία εθίμων. Το από κοινού βίωμα καταπραΰνει ως ένα βαθμό τον πόνο και διευκολύνει το να ξεπεραστεί κάποια στιγμή το πένθος. Πολιτισμός είναι το «εμείς» στη ζωή και το θάνατο. Η επιδημία Αυτήν την κοινωνική/πολιτισμική διάσταση του θανάτου μοιάζει να αναιρεί η πανδημία του κορωνοϊού. Έτσι κι αλλιώς, όταν πολλαπλασιάζονται οι ταυτόχρονοι θάνατοι σε μια κοινωνία, το γεγονός της απώλειας της ζωής φαίνεται να χάνει τρόπον τινά τον καταλυτικό και «μοναδικό» χαρακτήρα του. Προφανώς για τους οικείους του θανόντα δεν αλλάζει κάτι σε ό,τι αφορά τη σημασία του γεγονότος. Όταν όμως στο Μπέργκαμο οι αναγγελίες θανάτου από μία σελίδα στην εφημερίδα γίνονται τριάντα, για το κοινωνικό σύνολο αλλάζει η αξιολόγηση του καθενός από αυτούς τους θανάτους. Το προφανές είναι ότι μέσα στον τρόμο των χιλιάδων θανάτων, καθένας θάνατος ξεχωριστά προκαλεί μικρότερη αίσθηση. Ας σκεφτούμε μόνο ότι υπό κανονικές συνθήκες ένα θανατηφόρο τροχαίο μπορεί να είναι είδηση. Τώρα έχουμε επιδοθεί στην καταμέτρηση της φρίκη.